- προεπιλογή
- η, Ν1. (τηλεφ.) το πρώτο στάδιο αναζήτησης τής γραμμής τού καλούμενου συνδρομητή στην αυτόματη τηλεφωνία2. (ραδιοφ.) η πρώτη επιλογή ανάμεσα στις διάφορες εκπομπές που φθάνουν στην κεραία τού ραδιοφωνικού δέκτη.
Dictionary of Greek. 2013.